Η Μονή Παλαιοκαρυάς της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος

Στην Κρανιά Ελασσόνας του Ν.Λάρισας

βιβλίο: 15,00

e-book: 9,00€

Book Details

Σελίδες

144

Διαστάσεις

Υ: 23 εκ x Π: 23,5 εκ

Γλώσσα

Ελληνικά

ISBN

Έκδοση

2014

Οδηγίες για ebook

Για να διαβάσετε το e-book, θα πρέπει να έχετε εγκατεστημένο στον υπολογιστή σας το Adobe Acrobat Reader. Ανοίγετε το αρχείο και από την επιλογή: View ►Page Display ►Two Page View.

About The Author

Βασίλειος Ν. Τσολάκης

Βασίλειος Ν. Τσολάκης

Ο Βασίλειος Ν. Τσολάκης γεννήθηκε στον Τύρναβο, όπου τελείωσε την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευσή του.

Είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός, διπλωματούχος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και κάτοχος πτυχίου του ΥΠΕΧΩΔΕ για μελέτες δημοσίων Έργων.

Άρχισε την επαγγελματική του δραστηριότητα το έτος 1967 στη Λάρισα, όπου εργάστηκε ως ελεύθερος επαγγελματίας μέχρι το έτος 2007 και ασχολήθηκε με κάθε είδους έργα τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημοσίου τομέα.

Το μοναστήρι πήρε το όνομά του από τον οικισμό Καρυά το όνομα του οποίου συναντούμε με τον τύπο “Καρίτσα” σε ένα Χρυσόβουλο του Ανδρόνικου του Γ’ το 1336. Μετά τη διάλυση του οικισμού Καρίτσα–Καρυά, ιδρύθηκε νέος οικισμός σε άλλη θέση και η θέση όπου βρισκόταν το μοναστήρι ονομάστηκε Παλαιοκαρυά.

Από το βιβλίο του Κώστα Σπανού, εκδότη της περιοδικής έκδοσης «Θεσσαλικό Ημερολόγιο», με τίτλο «Ενθυμήσεις και Επιγραφές της περιοχής Δεσκάτης», αντλούμε πολλές πληροφορίες τις οποίες ο Κώστας Σπανός βρήκε σε κώδικα του Μοναστηριού.

Επίσης σε ένα κώδικα διαλυμένου Μοναστηριού του Ολύμπου, που δημοσίευσε ο λαογράφος Λουκόπουλος στο «Ημερολόγιο της Μεγάλης Ελλάδας» το 1936,  υπάρχουν χειρόγραφες σημειώσεις οι οποίες αναφέρονται σε διάφορες δραστηριότητες και σε γεγονότα που συνέβηκαν στη Μονή από το 1648 μέχρι το 1897.

Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά το σημερινό καθολικό,  ανακαινίστηκε στο χρονικό διάστημα 1792-1806, όμως, η ίδρυση της Μονής ανάγεται στις αρχές του 17ου αι. μεταξύ του 1601 και του 1620. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε ο βυζαντινολόγος Νίκος Νικονάνος με βάση τις μικρές εικόνες που είδε στο τέμπλο, οι οποίες υπήρχαν εκεί μέχρι το 1970. Οι εικόνες αυτές χρονολογήθηκαν από τον ίδιο στο έτος 1628, χάρη σε μια γραπτή επιγραφή.

Ενώ η ριζική ανακαίνιση άρχισε το1792, μόλις το 1806, κατάφεραν οι μοναχοί να ολοκληρώσουν το καθολικό,  και το 1808 έκαναν το υπόστεγό του. Στο διάστημα αυτό, μεσολάβησαν πολλά δυσάρεστα γεγονότα. Επιδημία πανούκλας έπεσε στην περιοχή, ένας μοναχός δολοφόνησε τον ηγούμενο της Μονής, κλείστηκαν στη φυλακή όλοι οι μοναχοί, για να αποφυλακιστούν στη συνέχεια από τον Μουχτάρ πασά, στον οποίον πλήρωσαν 3500 γρόσια. Σήμερα από τα κτίσματα της Μονής σώζονται το Καθολικό, ο Πύργος και το Αγίασμα.

Το μοναστήρι αρχικά αποτελείτο από δύο συνεχόμενα οικοδομικά τετράγωνα, περίπου ίσα μεταξύ τους ως προς την έκταση. Στην ανατολική και νότια πλευρά υπήρχαν διάφορα κτίσματα που χρησίμευαν ως βοηθητικοί ή αποθηκευτικοί χώροι στο ισόγειο, ενώ στον όροφο διέμενε το εργατικό προσωπικού του μοναστηριού. Στα δυτικά βρισκόταν το κύριο οικοδομικό συγκρότημα, το οποίο ήταν και  το παλαιότερο χρονολογικά. Περιβάλλονταν από αρκετά ψηλό τοίχο, είχε δύο εισόδους, μία ανατολική και μία δυτική και στο κέντρο της  αυλής ήταν το καθολικό.

Μέχρι το 1974 εκτός από το καθολικό, τον πύργο και το βόρειο τμήμα του περιβόλου, τα πάντα ήταν κατεστραμμένα και τυλιγμένα μέσα σε άγρια βλάστηση. Σήμερα οι αλλεπάλληλες επεμβάσεις, δυστυχώς αλλοίωσαν την αρχική φυσιογνωμία του συγκροτήματος. Οι αρχικές πέτρινες τοιχοποιίες, οι οποίες καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό, την εποχή κατασκευής του έργου, έχουν επενδυθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου, με νέα πέτρινα στοιχεία, διαφορετικά από τα αρχικά.

 

Στο βιβλίο-άλμπουμ  παρουσιάζεται πλήρης φωτογραφική περιγραφή του ναού και των τοιχογραφιών.